Σάββατο 29 Φεβρουαρίου 2020

ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ - Θ. Τσέκος


Το Πανεπιστήμιο του Sunderland στην Μεγάλη Βρετανία ανακοίνωσε πρόσφατα πως καταργεί προγράμματα σπουδών στην ιστορία, τις πολιτικές επιστήμες και τις γλώσσες και τα αντικαθιστά με επαγγελματικά προσανατολισμένα προγράμματα όπως η φυσιοθεραπεία και η εργοθεραπεία.

Στο διάγραμμα που ακολουθεί αποτυπώνονται οι δαπάνες ακαδημαϊκής έρευνας στις ΗΠΑ την δεκαετία 2007 - 2017 σε εκατομμύρια δολάρια. Οι δαπάνες για κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες που απεικονίζονται με μπλε και κίτρινο χρώμα στο κατώτατο επίπεδο του διαγράμματος δεν είναι παρά ένα ελάχιστο ποσοστό των αντίστοιχων δαπανών στις θετικές επιστήμες. Επί πλέον, ακόμα και οι ελάχιστες  αυτές δαπάνες κοινωνικής έρευνας χρηματοδοτούνται  μόλις κατά 12 % περίπου από δημόσιους πόρους.



Η προφανής αυτή υποβάθμιση των ανθρωπιστικών και κοινωνικών σπουδών εγκυμονεί κινδύνους. Τόσο για την πολυδιάστατη καλλιέργεια των νέων και για την ολοκληρωσή τους ως μορφωμένων και ενεργών πολιτών όσο και για την αποτελεσματική άσκηση των δημοσίων πολιτικών.

Η σύνδεση της εκπαίδευσης, και ειδικά της τριτοβάθμιας, με την αγορά εργασίας είναι απαραίτητη. Οι οικογένειες επενδύουν στην εκπαίδευση των παιδιών τους πρωτίστως για να τους εξασφαλίσουν “ποιοτική απασχολησιμότητα”, δηλαδή τα αναγκαία προσόντα σε επίπεδο τίτλων σπουδών αλλά και γνώσεων και δεξιοτήτων που θα τους προσφέρουν πρόσβαση σε ποιοτικές θέσεις εργασίας και ικανοποιητικά εισοδήματα.

Ως συνέπεια ελάχιστοι γονείς θα προέτρεπαν τα παιδιά τους να στραφούν προς την Κοινωνική Ανθρωπολογία, την Ιστορία της Τέχνης ή την Ηθική Φιλοσοφία. Ίσως μόνο εκείνοι που θεωρούν ότι έχουν εξασφαλίσει από οικονομικής απόψεως το μέλλον τους και, έχοντας ανάλογο πολιτισμικό κεφάλαιο, ενδιαφέρονται περισσότερο για την πνευματική τους ανάπτυξη.

Οι οικογένειες συνεπώς, με βάση το παραπάνω κριτήριο, ορθολογικά σκέπτονται και ενεργούν όταν προσανατολίζουν τα νεώτερα μέλη τους σε σπουδές STEM, δηλαδή θετικών επιστημών (science) , τεχνολογίας (technology) , μηχανικών (engineering) και μαθηματικών (mathematics). Μιλώντας για τον ελληνικό “εξαιρετισμό” θα πρέπει να προσθέσουμε την ιατρική και την νομική .

Ο ορθολογισμός όμως των κοινωνικών συνόλων, μέσα από τις θεσμικές τους εκφάνσεις, πρέπει να είναι διαφορετικός. Τα πολιτικο-διοικητικά συστήματα παράγοντας εκπαιδευτική πολιτική και πολιτική απασχόλησης οφείλουν να λαμβάνουν υπόψιν:

• Πρώτον πως η “απασχολησιμότητα” μονόπλευρα εκπαιδευμένων, δηλαδή ημι-εγγράμματων (άρα ημι-αγράμματων) προσώπων μπορεί ίσως να ενισχύει τον υλικό πλούτο δεν προάγει όμως την πολύπλευρη ευημερία και ανάπτυξη.

• Δευτερον ότι για την ευρύτερη παραγωγική διαδικασία, δηλαδή την παραγωγή αξιών χρήσης πέραν των  υλικών και εμπορεύσιμων αγαθών αλλά και για την άσκηση δημοσίων πολιτικών, εκτός από μηχανικούς, οικονομολόγους και πληροφορικούς απαιτούνται φιλόλογοι, ιστορικοί, ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι και πολιτικοί επιστήμονες. 

Οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες πρέπει λοιπόν να προστατευθούν και να προαχθούν συστηματικά και σχεδιασμένα. Στοιχεία μιας τέτοιας πολιτικής μπορεί να είναι, μεταξύ άλλων, η ενίσχυση της διδασκαλίας των αντίστοιχων μαθημάτων στην εγκύκλιο εκπαίδευση, δηλαδή στα τέσσερα πρώτα έτη της δευτεροβάθμιας (γυμνάσιο και α΄ λυκείου), η ένταξη αντιστοίχων κοινωνικών και ανθρωπιστικών θεματικών στα προγράμματα σπουδών των σχολών θετικών επιστημών και φυσικά η αύξηση της χρηματοδότησης της έρευνας στα αντίστοιχα πεδία.

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2020

Ανισότητα και Ανασφάλεια - Θ. Τσέκος

Ο Ρώσο-Αμερικανός Καθηγητής της Εξελικτικής Ανθρωπολογίας Peter Turchin  θέτει ένα μη συνηθισμένο ερώτημα. Συζητά (http://peterturchin.com/ages-of-discord/) όχι το γιατί ενισχύεται ιστορικά η οικονομική ανισότητα (ερώτημα που έχουν διαχρονικά καταπιαστεί να απαντήσουν πολλοί και διάσημοι, πιο πρόσφατα δε ο Τομά Πικεττύ και οι συν αυτώ) αλλά το γιατί και το πότε η ανισότητα μειώνεται. 

Ο Turchin καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι ανθρώπινες κοινωνίες έχουν ένα όριο ανοχής στην οικονομική και κοινωνική ανισότητα. Όταν το όριο αυτό (που προφανώς ποικίλει ιστορικά και γεωγραφικά) ξεπεραστεί ενεργοποιούνται κοινωνικές δυναμικές περιορισμού της. 

Διακρίνει τις δυναμικές αυτές - ακολουθώντας τους όρους που εισήγαγε ο Branko Milanovic - σε δύο κατηγορίες "δυσμενείς ή οξείες " (malign) και "ευμενείς ή ήπιες" (benign) . Στις πρώτες εντάσσει τις εξεγέρσεις, τους πολέμους και την κατάρρευση των συστημάτων εξουσίας ενώ στις δεύτερες την εξέλιξη της τεχνολογίας και τις δημόσιες πολιτικές. Ο Turchin ασκεί κριτική στον Πικεττύ - και γενικά στους οικονομολόγους - διότι επιχειρούν να ερμηνεύσουν τις διακυμάνσεις της ανισότητας αποκλειστικά με οικονομικά εργαλεία ενώ μεγάλο μέρος των αιτίων, ειδικά κατά τις φάσεις περιορισμού της, είναι μη οικονομικά. 

Θα μπορούσε κανείς να προσθέσει εδώ ότι αυτό ισχύει εξίσου και για τις φάσεις ενίσχυσής της. Δεν είναι μόνο η αγορά που παράγει ανισότητα αλλά και οι δημόσιες πολιτικές, δηλαδή οι πολιτικές επιλογές και αποφάσεις. Άρα οι κατά περιόδους διακυμάνσεις της ανισότητας προκύπτουν από συνδυασμούς οικονομικών και μη οικονομικών αιτίων.  

Αν λοιπόν δεχθεί κανείς την συλλογιστική του Turchin περί ανισότητας , συλλογιστική που μοιάζει να επαληθεύεται και από τις διεθνείς εξελίξεις των τελευταίων ετών, βρίσκεται μπροστά στο δίλημμα των μέσων περιορισμού της σε επίπεδα κοινωνικά αποδεκτά. Θα κινηθούν οι κοινωνίες και τα πολιτικά τους συστήματα "προδραστικά" (proactively) ασκώντας ανάλογες δημόσιες πολιτικές ή θα λειτουργήσουν "αναδραστικά" (reactively) αναμένοντας διορθωτικές εξελίξεις μέσω της διαμαρτυρίας και της εξέγερσης; Θα αξιοποιήσουν τις ήπιες μεθόδους ή θα αφεθούν στο αναπόφευκτο του λαϊκισμού και της οξύτητας.  Δεν νομίζω πως απαιτείται πολύ συζήτηση για να συμπεράνουμε τι από τα δύο είναι περισσότερο - οικονομικά και, κυρίως, κοινωνικά- ωφέλιμο. 

Χρειάζεται όμως να προσθέσουμε μία ακόμη, σημαντική νομίζω, παράμετρο. Οι πρόσφατες εξελίξεις σε πολλές χώρες δείχνουν ότι οι "δυσμενείς" δυναμικές τροφοδοτούνται όχι μόνο από την οικονομική ανισότητα αλλά και από την οικονομική, πολιτισμική και φυσική ανασφάλεια

Έτσι μόνο εξηγείται το ότι προς τις απλουστευτικές λύσεις του λαϊκισμού στρέφονται- ελλείψει σοβαρότερων και ουσιαστικότερων απαντήσεων-  ψηφοφόροι προερχόμενοι όχι μόνο από τα οικονομικά αδύναμα αλλά και από τα μεσαία κοινωνικά στρώματα. Αυτό χρειάζεται να ληφθεί σοβαρά υπόψιν από τους παραγωγούς πολιτικής που επιλέγουν την προοπτική της μεταρρύθμισης και όχι της εξέγερσης.

Έξι Χιλιάδες Σαρδέλες και η "Άλλη Πολιτική" - Θ. Τσέκος


Tο αντι-Σαλβίνι "Κίνημα της Σαρδέλας" στην Ιταλία διαψεύδει για μιά ακόμη φορά την άποψη πως η πολιτικοποίηση, ιδίως της νέας γενιάς, έχει στις μέρες μας υποχωρήσει. Οι νέοι δεν έχουν αποσυρθεί στην σφαίρα της ιδιώτευσης αδιαφορώντας για τα κοινά. Έχουν απλώς αλλάξει οι τρόποι και οι όροι άσκησης πολιτικής.

Κατ αρχήν οι νεώτεροι (και όχι μόνο) δυσκολότερα ενεργοποιούνται πλέον γύρω από μεγάλα οραματικα σχέδια συνολικής ανατροπής της υπάρχουσας κατάστασης. Είναι όμως πρόθυμοι να αφιερώσουν χρόνο και προσπάθεια σε συγκεκριμένα εγχειρήματα που βελτιώνουν όψεις της καθημερινότητας τους ή αποτρέπουν δυσμενείς εξελίξεις για αυτήν. Η "κινηματική" εκδοχή της πολιτικής επιμένει λοιπόν και εξελίσσεται.

Κατά δεύτερον, εντείνεται η απόσταση ανάμεσα στην πολιτική οργάνωση παλαιού τύπου - ΚΟΒες, φράξιες, γραφεία, τοπικοί ηγετίσκοι, ατελείωτες συσκέψεις - και στην μαζική πολιτική κινητοποίηση.  Ο κόσμος δεν δεσμεύεται εύκολα σε δομές και ιεραρχίες αλλά εμπλέκεται σε virtual μορφές οργάνωσης και εξακολουθεί να βγαίνει, όταν κρίνει ότι χρειάζεται, σε δρόμους και σε πλατείες.

Το κίνημα Έξι Χιλιάδες Σαρδέλες ( "Seimila Sardine") ξεκίνησε από τέσσερις καθημερινούς ανθρώπους. Μια φυσιοθεραπεύτρια, ένα μηχανικό, που οργανώνει εθελοντικά εργαστήρια ανακύκλωσης, έναν επικοινωνιολόγο και ξεναγό ποδηλατικών εκδρομών και, τέλος, ένα πολιτικό επιστήμονα, προπονητή στο (περιθωριακό) άθλημα Ultimate Frisbee και οργανωτή τουρνουά με στόχο την συγκέντρωση πόρων προς ανακαίνιση γηπέδων μπάσκετ στις λαϊκές συνοικίες.
Μια άλλη πολιτική λοιπόν. Από ανθρώπους χωρίς κομματική ταυτότητα αλλά με κοινωνικό κεφάλαιο, δηλαδή ενταγμένους σε τοπικά και θεματικά δίκτυα και πρωτοβουλίες. Που δεν κινητοποιούνται πρωτίστως από ηγετικές φιλοδοξίες αλλά κυρίως από επιθυμία συμμετοχής και συλλογικότητας.

Ωστόσο δεν είναι όλα απλά και ρόδινα στις νέες αυτές μορφές πολιτικοποίησης και πολιτικής κινητοποίησης.

Υπάρχει κατ 'αρχήν, πάντα το πρόβλημα της σύνδεσης των θεματικών κινημάτων με την κεντρική πολιτική σκηνή. Το κίνημα των "κίτρινων γιλέκων" και η εκλογική του αξιοποίηση από την Λεπέν στην Γαλλία δείχνει ότι η απουσία πολιτικής οργάνωσης παραδοσιακού τύπου μπορεί να εκθέσει την δυναμική ενός κινήματος "βάσης" σε εκλογική χειραγώγηση από "αντί-συστημικά" κοινοβουλευτικά κόμματα. Για να αποφύγουν ακριβώς την καπηλεία της επιρροής και των ιδεών τους οι εμπνευστές του "Κινήματος της Σαρδέλας" κατοχύρωσαν το όνομα και τα σύμβολά τους στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Πνευματικής Ιδιοκτησίας!

Αντίστοιχα η μετεξέλιξη των 5 Αστέρων από διαδικτυακό κίνημα κριτικής σε κόμμα εξουσίας δείχνει τις δυσχέρειες σύνδεσης των νέων τύπου πολιτικών κινημάτων με τα συστήματα διακυβέρνησης. Σύνδεση όμως που είναι απολύτως απαραίτητη προκειμένου η κριτική προσέγγιση και οι καινοτόμες ιδέες να τροφοδοτησουν την εφαρμοσμένη πολιτική.

Το ζήτημα της διασύνδεσης των νέων μορφών πολιτικής κινητοποίησης με καινοτόμες μεθόδους δημοκρατικής και αποτελεσματικής διακυβέρνησης θα αναδειχθεί σε κομβικό πολιτικο-διοικητικό πρόβλημα της περιόδου στην οποία οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν εισέλθει. Ο χώρος της πολιτικής, όπως και γενικότερα πολλά επίπεδα της καθημερινότητας, γίνεται πλέον, σε μεγάλο βαθμό άυλος, και διαδικτυακός. 

Στην επίλυση του κρίσιμου αυτού προβλήματος θα συμβάλουν οπωσδήποτε συνδυασμένες μέθοδοι από τα πεδία της ηλεκτρονικής δημοκρατίας και της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Οι λύσεις ωστόσο δεν μπορεί να είναι αποκλειστικά τεχνολογικές. Θα πρέπει παράλληλα να είναι πολιτικές και θεσμικές.