Σε 32 δις ευρώ ετησίως ανέρχεται στην ΕΕ , κατ' εκτίμηση πρόσφατης μελέτης, ο τζίρος επιχειρήσεων που αξιοποιούν δημόσια δεδομένα ως "πρώτη ύλη" των υπηρεσιών που παράγουν και εμπορεύονται. Από αυτά οι άμεσοι παραγωγοί της πρωτογενούς αυτής πληροφορίας, δηλαδή οι δημόσιες διοικήσεις των χωρών μελών, δεν εισπράτουν περισσότερα από 2-3 δις. Η μελέτη προτείνει την ελεύθερη πρόσβαση στα στοιχεία αυτά με το σκεπτικό ότι τα πολλαπλασιαστικά οφέλη, αναπτυξιακά και φορολογικά, θα είναι υπέρτερα της όποιας απώλειας εσόδων από την δωρεάν παροχή των δεδομένων.
Καλή η ιδέα, γενικώς. Θα άξιζε όμως να συζητηθούν ένα - δυό επι πλέον σημεία .
Πρώτον, για να αποφανθεί κανείς περί της δημοσιονομικής σκοπιμότητας της δωρεάν παροχής δημόσιων δεδομένων που δεν απευθύνονται στον τελικό χρήστη αλλά επαναχρησιμοποιούνται για εμπορική χρήση, απαιτείται η εκτίμηση της προστιθέμενης αξίας των πρωτογενών δεδομένων στην ανταλλακτική αξία του τελικού προϊόντος.
Αν η παραγωγική συμβολή του "μεταποιητή" των πληροφοριών είναι ένα απλό "πακετάρισμα" και η αξία χρήσης έγκειται στην "πρώτη ύλη" , δηλαδή στην πρωτογενή δημόσια πληροφορία, η κερδοφορία του τελικού παραγωγού προέρχεται από την υπεραξία του ενδιάμεσου παραγωγού, δηλαδή του δημοσίου. Στην περίπτωση αυτή η δωρεάν παροχή δεδομένων συνιστά δημόσια χρηματοδότηση -ενίσχυση της συγκεκριμένης επιχείρησης ή κλάδου.
Δεύτερον, στις περιπτώσεις που η τελική υπηρεσία απευθύνεται στα άτομα και τα νοικοκυριά, πρόκειται δηλαδή για καταναλωτικό αγαθό, καλό θα ήταν να διερευνηθεί το κατά πόσον με μιά περιορισμένου κόστους περαιτέρω επεξεργασία στην πηγή, από την ίδια δηλαδή την παράγουσα την πληροφορία δημόσια υπηρεσία, ο τελικός χρήστης θα είχε ένα αξιοπρεπές προϊόν χωρίς ιδιαίτερη επιβάρυνση।
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου