Ανοιχτή
πρόσκληση υποβολής προτάσεων
για
το
2ο
Συνέδριο Δημόσιας Πολιτικής και Θεσμών
Το
Κέντρο Ανάλυσης
Δημόσιας Πολιτικής & Θεσμών, τού
Παντείου Πανεπιστημίου και
το
Τμήμα Τοπικής Αυτοδιοίκησης του ΑΤΕΙ
Καλαμάτας,
διοργανώνουν από κοινού,
τον
Δεκέμβριο
του 2012,
στην Αθήνα,
το
2ο
Συνέδριο Δημόσιας Πολιτικής και Θεσμών
με
θέμα:
“
Συνέχειες
και Ασυνέχειες στο Ελληνικό Κράτος, την
Οικονομία, και
την
Κοινωνία: 1945-2012”
---
Η
επιστροφή των πολιτικών επιστημόνων
στη μελέτη των θεσμών, η λεγόμενη
νεοθεσμική προσέγγιση, συνοδεύτηκε από
μια μεγάλη ευρύτητα στις απόψεις και
τις προσεγγίσεις για το τι είναι και
πως λειτουργεί ένας (πολιτικός, κρατικός,
κοινωνικός, οικονομικός) θεσμός, για το
κατά πόσο θα πρέπει να αναζητούμε τη
λογική του σε ενδογενή στοιχεία του
(σχετική αυτονομία) ή σε εξωγενή (αν
επηρεάζεται από κουλτούρες, νόρμες,
παραδόσεις, προτιμήσεις κλπ) και σε ποια
αναλογία κάθε φορά, και γιατί εντέλει
είναι σημαντικό να τον μελετούμε.
Εκείνο
που πάντως κανείς δεν αμφισβητεί είναι
η ίδια η σημασία των θεσμών για την
κοινωνική και πολιτική οργάνωση. Άπαντες
συμφωνούν δηλαδή ότι οι θεσμοί ρυθμίζουν,
αν και σε κυμαινόμενο βαθμό ανάλογα με
την ισχύ τους, τις ατομικές και συλλογικές
συμπεριφορές, τους αποκλεισμούς/ενσωματώσεις
των κοινωνικών δρώντων, ότι αποτελούν
εντέλει τους μηχανισμούς που καθορίζουν
το ρυθμό και το είδος των αλλαγών ή των
αδρανειών. Επίσης, είναι ξεκάθαρο ότι
η εκάστοτε προσπάθεια μεταρρύθμισης
ενός θεσμού αποτελεί πάντοτε πεδίο
κοινωνικής σύγκρουσης αφού αλλάζει
υποχρεωτικά τους κανόνες του παιχνιδιού
άρα και τις ισορροπίες ισχύος μεταξύ
των διαφόρων κοινωνικών δρώντων.
Αλλά
οι συγκρούσεις δεν συμβαίνουν στο κενό.
Αυτός είναι και ο λόγος που απαιτείται
πάντοτε μια ιστορικοποιημένη προσέγγιση
των θεσμών, ώστε να αναδειχτεί το ειδικό
βάρος της ιστορικής αδράνειας. Εξάλλου,
έχει σωστά επισημανθεί ότι η ιστορική-θεσμική
προσέγγιση είναι περισσότερο προετοιμασμένη
μεθοδολογικά για να μελετήσει τις
συνέχειες παρά τις τομές και τις ρήξεις.
Στη
διάρκεια του περσινού,
πρώτου μας συνεδρίου για τους «Θεσμούς
στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης. Αποτίμηση
μιας αντιφατικής περιόδου» (Καλαμάτα,
Νοέμβριος 2011)
δόθηκε η δυνατότητα να διαπιστωθεί η
επιμονή με την οποία διατηρούνται στη
μεσαία διάρκεια ή επανέρχονται μέσα
από μεταμορφώσεις και μεταλλάξεις,
ορισμένα ιστορικά φαινόμενα που
σχετίζονται με πάγιες συλλογικές
νοοτροπίες, κοινωνικές έξεις, πολιτικές
πρακτικές κλπ. Συνηθίζουμε να προσεγγίζουμε
τον ελληνικό 20ο
αιώνα μέσα από μεγάλες τομές οι οποίες
ακολουθούν σχεδόν πάντα τις οριοθετήσεις
του βραχέος πολιτικού χρόνου: το 1909, το
1922, το 1941, το 1946, το 1967 ή το 1974. Όσο κι αν
αυτή η συμβατική οργάνωση του ιστορικού
χρόνου έχει τα πλεονεκτήματά της, θα
ήταν εξίσου σκόπιμο να εξετάσουμε τις
όποιες βαθύτερες συνέχειες μπορεί να
παρατηρούνται στη λειτουργία των
διαφόρων θεσμών ή στις νοοτροπίες που
τους χαρακτηρίζουν, υπερβαίνοντας τις
πιο επιφανειακές «τομές». Δεν πρόκειται
για μια υπόρρητα συντηρητική προσέγγιση.
Αντιθέτως, μόνο αν συνειδητοποιήσουμε
τις ιστορικές εμμένειες ενός φαινομένου,
είναι δυνατόν και να το διαχειριστούμε
με καλύτερους όρους στο παρόν.
Η
ιστορικοθεσμική προσέγγιση έχει ακόμη
ένα πλεονέκτημα. Δεν ακυρώνει τον
ανθρώπινο παράγοντα. Η εξέλιξη των
κοινωνιών είναι συνέπεια της αλληλεπίδρασης
δύο μεταβλητών της ιστορίας, δηλαδή της
σχέσης της τυχαιότητας (αυτό που
ονομάζουμε συγκυρίες) με την εμπρόθετη
δράση των υποκειμένων. Tο
πολιτισμικό και ανθρωπολογικό στοιχείο
δεν διαμορφώνεται μόνο αυτό καθαυτό
από το χρόνο αλλά δομεί και το ίδιο την
ιστορική πραγματικότητα. Ειδάλλως, αν
οι θεσμοί είχαν απόλυτη μεταμορφωτική
δύναμη, η απλή μεταρρύθμισή τους θα
αρκούσε για αλλάξει και τις νοοτροπίες.
Η «συμπεριφορική επανάσταση» (R. Dahl,
Who Governs?,
1961) που δανείστηκε από την κοινωνιολογία,
την οικονομία, την ανθρωπολογία και την
κοινωνική και γνωσιακή ψυχολογία για
να μελετήσει τη σχέση ατομικής συμπεριφοράς
και ιδρυμάτων/θεσμών, έχει καταλήξει
ότι συχνά τα άτομα ξεπερνούν τους κανόνες
χρησιμοποιώντας άτυπα δίκτυα με επιρροή.
Κατ' επέκταση, έχει διαπιστωθεί, για
παράδειγμα, ότι συχνά στην ελληνική
περίπτωση, η μεταρρύθμιση υποτάσσεται
στην υπάρχουσα κουλτούρα και είτε
ανατρέπεται τελείως είτε εφαρμόζεται
ελλειπτικά.
Εκκινώντας,
λοιπόν από αυτή την προβληματική, η
Οργανωτική & Επιστημονική Επιτροπή
του Συνεδρίου προσκαλεί τους ενδιαφερόμενους
να υποβάλλουν ηλεκτρονικά τον τίτλο
τής πρότασής τους καθώς και μια περιγραφική
της περίληψη στα ελληνικά, μέχρι 250
λέξεις, στην ηλεκτρονική διεύθυνση:
2osynedriothesmon@gmail.com το
αργότερο ως
τις 15 Οκτωβρίου του 2012.
Θα
ακολουθήσει η αξιολόγηση των κατατεθειμένων
προτάσεων από την αρμόδια επιτροπή, και
εν συνεχεία, ως τα τέλη Οκτωβρίου, θα
αποσταλεί πληρέστερη ενημέρωση σε
εκείνους των οποίων η πρόταση θα έχει
περιληφθεί στο πρόγραμμα του συνεδρίου.
Τα
πρακτικά του δεύτερου αυτού συνεδρίου,όπως
άλλωστε και του πρώτου, θα εκδοθούν
από τις εκδόσεις Παπαζήση, στη σειρά
«Δημόσια Πολιτική & Θεσμοί».
-Τα
θεματικά πεδία τού συνεδρίου έχουν ως
εξής:
- Πολιτικοί, διοικητικοί, αυτοδιοικητικοί και δικαστικοί θεσμοί,
- Οικονομικοί και δημοσιονομικοί θεσμοί,
- Θεσμικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά πεδίων πολιτικής (ενδεικτικά: εκπαίδευση, υγεία, εργασιακές σχέσεις, κοινωνική πολιτική, πολιτισμός, περιβάλλον κλπ),
- Θεσμοί της κοινωνίας των πολιτών (συνδικάτα, ΜΚΟ, κοινωνικά κινήματα κλπ).
Η
Οργανωτική & Επιστημονική Επιτροπή
του Συνεδρίου,
Νέδα
Κανελλοπούλου, Λεωνίδας Παπακωνσταντινίδης,
Αργύρης Πασσάς, Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος,
Αθανασία Τριανταφυλλοπούλου,
Θεόδωρος
Τσέκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου