Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2009

Θ. Τσέκος, Μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της δημόσιας δράσης

ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 18/01/2009


Του ΘΕΟΔΩΡΟΥ Ν. ΤΣΕΚΟΥ*

Η διοικητική μεταρρύθμιση, όπως κάθε πρόγραμμα εκτεταμένων κοινωνικών αλλαγών, δεν είναι πολιτικά ουδέτερη. Διαφορετικές θεσμικές, οργανωτικές και λειτουργικές λύσεις θα υιοθετηθούν υπό το πρίσμα της αυξημένης εμπιστοσύνης στην αυτορύθμιση και στους αυτοματισμούς της αγοράς και διαφορετικές επιλογές θα γίνουν με πρόταγμα την αναγκαιότητα σχεδιασμένης και στοχευμένης ανάπτυξης και εξομάλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων που παρατηρούνται.


Οι πρόσφατες χρηματοπιστωτικές, οικονομικές, ενεργειακές και περιβαλλοντικές εξελίξεις επανεπιβεβαιώνουν και εμπλουτίζουν την υπόθεση του αναντικατάστατου ρόλου της δημόσιας δράσης στην οικονομική και την κοινωνική ανάπτυξη. Υπό τις παρούσες συνθήκες ο ρόλος αυτός επιβάλλεται να διευρυνθεί μέσα από:

*Την ενίσχυση των στρατηγικών, σχεδιαστικών και ελεγκτικών λειτουργιών και της αποδοτικότητας των δημόσιων μηχανισμών.

*Τον κοινωνικό και περιβαλλοντικό αναπροσανατολισμό της εφαρμοσμένης επιστημονικής έρευνας.

*Την προώθηση της ήπιας και ανθρωποκεντρικής καινοτομίας στις τεχνολογίες και την παραγωγική οργάνωση.

*Την εξάλειψη των μονοπωλιακών, ολιγοπωλιακών και εναρμονισμένων οικονομικών πρακτικών.

*Τη διασφάλιση της κοινωνικά και αναπτυξιακά χρήσιμης λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας.

*Και, τέλος, την εκτεταμένη αλλά στοχευμένη αναδιανομή που θα αποτρέπει την ιδιοποίηση κοινωνικών πόρων από ομάδες συμφερόντων που παρασιτούν γύρω από τους αναδιανεμητικούς μηχανισμούς.

Ενα μείγμα ρυθμίσεων, ελέγχων, δημόσιας παραγωγικής δράσης (στον τομέα των υπηρεσιών), αλλά και διασφάλισης συνθηκών ανταγωνισμού με συμμετοχή, όπου απαιτείται, και δημόσιων, μη κερδοσκοπικών και κοινωνικών φορέων παραγωγής, θα αποτελέσει το εργαλειακό πλαίσιο της δημόσιας δράσης προς τις παραπάνω κατευθύνσεις.

Ενίσχυση του ρόλου της δημόσιας δράσης δεν συνεπάγεται επιστροφή σε έναν γραφειοκρατικό και μηχανιστικό κεϊνσιανισμό ούτε σε έναν πατερναλιστικό προσδιορισμό των κοινωνικών αναγκών. Αντίθετα, η σύγχρονη διακυβέρνηση χρειάζεται να διασφαλίζει διευρυμένη κοινωνική συμμετοχή, και σε τοπικό επίπεδο, αλλά κυρίως στα διάφορα πεδία τομεακών πολιτικών, με τη μορφή τόσο των θεσμικών εγγυήσεων (όργανα και διαδικασίες) όσο και των ουσιαστικών προϋποθέσεων ισοπολιτείας (πολυδιάστατη εκπαίδευση και πολιτική καλλιέργεια, ισότιμη ενημέρωση επί των τεχνικών λεπτομερειών των εκάστοτε διακυβευμάτων κ.λπ.).

Αν αυτή είναι η επιθυμητή φυσιογνωμία ενός σύγχρονου συστήματος διακυβέρνησης, τα υφιστάμενα χαρακτηριστικά των μηχανισμών της ελληνικής διοίκησης που πρέπει να μεταρρυθμισθούν προς την παραπάνω κατεύθυνση εμφανίζονται ως εξής:

- Αδυναμία μακροχρόνιου σχεδιασμού και υπαγωγής του μεσο-βραχυπρόθεσμου στο μακροπρόθεσμο.

- Πολιτική αντίληψη της διοίκησης ως συνόλου θεσμών και αρμοδιοτήτων και άγνοια της κεφαλαιώδους σημασίας των πρακτικών διαδικασιών.

- Διοικητική ασυνέχεια με τη μορφή της παράκαμψης και υποβάθμισης της υπηρεσιακής ιεραρχίας.

- Υπέρμετρη έμφαση στη νομική λεπτομέρεια, που τροφοδοτεί την πελατειακή ανοχή στην παρατυπία.

- Ανεπαρκής δομικός και λειτουργικός σχεδιασμός των υπηρεσιών, που διεκπεραιώνεται εμπειρικά και εκ των ενόντων από το μεσαίο στελεχικό δυναμικό.

- Απουσία ολοκληρωμένου συστήματος προγραμματισμού και διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού.

- Περιορισμένη κοινωνική διαβούλευση κατά τον σχεδιασμό των δημόσιων πολιτικών.

- Πλήρης διαχωρισμός του φυσικού διοικητικού έργου από την οικονομική διαχείρισή του και αδυναμία αποτίμησης και σύνδεσης της προκύπτουσας ωφέλειας με το προκαλούμενο κόστος.

- Πρόσληψη της ελεγκτικής διαδικασίας ως ελέγχου τυπικής νομιμότητας και όχι αποδοτικότητας.

Το αποτέλεσμα είναι μια γενικευμένη και επίμονη αναντιστοιχία μεταξύ δαπανούμενων πόρων και παραγόμενων αποτελεσμάτων, δηλαδή αυξημένη κοινωνική επιβάρυνση (αλλά και άδικη κατανομή της) σε σχέση με το περιορισμένο προκύπτον κοινωνικό όφελος (και την εξ ίσου άδικη κατανομή του).

Τα γενεσιουργά αίτια της αρνητικής αυτής διοικητικής πραγματικότητας εμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό στη σφαίρα της κοινωνικο-πολιτικής κουλτούρας, άρα δεν πρέπει να αναμένεται ότι θα αντιμετωπιστούν ριζικά και ταχύρυθμα με διοικητικά μέτρα. Στη μακροχρόνια υπέρβασή τους μπορούν ωστόσο να συμβάλουν ορισμένες στρατηγικές παρεμβάσεις στις σχεδιαστικές, δομο-λειτουργικές και μαθησιακές συνιστώσες της διοίκησης:

α Ασκηση μιας ολοκληρωμένης και συνεκτικής διοικητικής πολιτικής. Δεδομένου ότι η εμπειρία έχει καταδείξει ότι ένας υπουργός, έστω και πρώτος τη τάξει, δυσχεραίνεται να παρέμβει και να μεταρρυθμίσει τις επικράτειες των ομολόγων του, η αρμοδιότητα της οριζόντιας αυτής πολιτικής πρέπει να εκχωρηθεί σε έναν εξειδικευμένο μηχανισμό στα κεντρικά κυβερνητικά όργανα υπό την εποπτεία του πρωθυπουργού.

Ο μηχανισμός αυτός θα συνθέτει, συντονίζει και εμπλουτίζει τις λειτουργίες της ΓΓΔΔ, του ΑΣΕΠ, του ΕΚΔΔΑ και του ΣΕΕΔ.

β Ενίσχυση της αυτονομίας της διοίκησης με περιορισμό και υποκατάσταση των ΝΠΔΔ από υπηρεσίες, μετατροπή θέσεων γενικών και ειδικών γραμματέων σε θέσεις ιεραρχικής εξέλιξης, περιορισμό της πολιτικής παρέμβασης στις επιλογές και τοποθετήσεις προϊσταμένων.

γ Αναβάθμιση της σχεδιαστικής της ικανότητας με πολυετείς προϋπολογισμούς συνδεδεμένους με συμμετοχικά καταρτισμένα επιχειρησιακά προγράμματα, εκτεταμένη χρήση δεικτών για στοχοθεσία, έλεγχο και αξιολόγηση αποτελεσμάτων, εσωτερικές προγραμματικές συμφωνίες αποτελεσμάτων και αντικατάσταση των τυπικών δημοσιονομικών ελέγχων από αναλύσεις κόστους -ωφέλειας.

δ Εξορθολογισμό του οργανωσιακού της σχεδιασμού με κεντρικές προδιαγραφές και ποιοτικό έλεγχο διαδικασιών και δομών, πλήρη ψηφιοποίηση των συναλλαγών και διαλειτουργική δικτύωση υπηρεσιών.

ε Εκσυγχρονισμό, τέλος, της διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού με συστηματική περιγραφή και αξιολόγηση θέσεων, καθορισμό των αναγκαίων προσλήψεων με μεθοδολογίες εκτίμησης φόρτου και πολυπλοκότητας της εργασίας, συγκρότηση σχεδίων σταδιοδρομίας συνδεδεμένων με μάθηση και εμπειρία, απλούστευση των διαδικασιών πρόσληψης με συγκρότηση επετηρίδων μέσω περιοδικών διαγωνισμών ή μοριοδότησης γνώσεων και δεξιοτήτων.

* Ο ΘΕΟΔ. Ν. ΤΣΕΚΟΣ είναι επίκουρος καθηγητής δημόσιας διοίκησης.


ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ - 18/01/2009

Copyright © 2008 Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: